Ξέρετε εκείνη την κοπέλα που έχει μόλις πατήσει τα 30, ίσως να είναι και 32, βλέπει τον κόσμο να γκρεμίζεται γύρω της και το μόνο που υπάρχει στο μυαλό της είναι πότε θα ντυθεί νυφούλα; Ας μιλήσουμε λίγο για εκείνη την κοπέλα. H κοινωνικά συμβατή «ευτυχία»
Ας μιλήσουμε για το γεγονός ότι είναι μορφωμένη. Ότι οι γονείς της ξόδεψαν πολλά χρήματα κι εκείνη πολύ χρόνο για το όνειρο να γίνει κάτι στη ζωή της. Να μην γίνει νοικοκυρά, σαν τη μαμά της. Αλλά έτυχε να βρεθεί στον λάθος τόπο, στον λάθος χρόνο και τα πτυχία της έμειναν στολίδια στον τοίχο, ενώ εκείνη ψευτο-εργάζεται (στην καλύτερη) μαζεύοντας μεροκάματα ή παίρνοντας ένα ντροπιαστικό μισθό. Της έδωσαν μόνο διπλώματα, όμως, μόνο χαρτιά και τυπικά προσόντα. Δεν της έμαθαν να αγαπά τον εαυτό της αρκετά για να επιβιώσει. Δεν της έμαθαν να στοχεύει πάντα στο υψηλό, στην καλλιέργεια του νου και της ψυχής της. Της έμαθαν να διαβάζει για να πάρει ένα πτυχίο και να βρει μια δουλειά που να μην την απασχολεί πολλές ώρες, ώστε να μπορεί να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Άρα, ματαιώθηκαν οι κόποι της. Πήγαν τζάμπα.
Δεν της έμαθαν ότι η μόρφωση είναι δικαίωμα, αλλά την έχουν καταντήσει προνόμιο και θα έπρεπε να νιώθει πολύ τυχερή που την απόλαυσε. Που είχε την δυνατότητα να ανοίξει το μυαλό της και να ανυψώσει την ύπαρξή της. Αλλά δεν την εκμεταλλεύτηκε σωστά. Δεν της έμαθαν ότι ο άνθρωπος για να είναι ευτυχισμένος πρέπει να έχει δημιουργική απασχόληση. Πρέπει να χορεύει, να παίζει μουσική, να ζωγραφίζει, να διαβάζει, να ταξιδεύει, να γεμίζει τον χρόνο του. Δεν της έμαθαν ότι το να μεγαλώνεις παιδιά δεν είναι χόμπι. Τα χόμπι είναι χόμπι. Δεν της έμαθαν πως ο χειρότερος λόγος που υπάρχει για να κάνει παιδί είναι για να γεμίσει το κενό της. Πως οι κενοί άνθρωποι δεν γεμίζουν όταν γίνονται γονείς, αλλά φορτώνουν αυτό το κενό στα παιδιά τους και τα κάνουν δυστυχισμένα.
Δεν της έμαθαν να αγαπά τους άντρες. Της έμαθαν πως όσοι δεν αντιμετωπίζουν τις γυναίκες σαν αντικείμενα, μπορούν να γίνουν τα δικά της αντικείμενα, να τα χρησιμοποιήσει για την επίτευξη του σκοπού της. Της έμαθαν να ψάχνει γαμπρό και πατέρα, όχι άνθρωπο. Και της το πέρασαν τόσο έντονα αυτό, που μέσα σε όλο τον όγκο πληροφοριών που έλαβε από την μόρφωσή της, κατάφερε να αντισταθεί σε οποιαδήποτε πληροφορία χαλούσε το δανεικό της όνειρο. Ταξίδεψε σε ξένες χώρες και είδε ανθρώπους διαφορετικούς, μα δεν θυμάται τίποτα που να συγκρούεται με τις συμβάσεις της. Επιλέγει να βλέπει μόνο όσα αντέχει.
Δεν της είπαν πως τα παιδιά δεν φέρνουν την ευτυχία. Κανείς δεν την φέρνει. Πρέπει να την κερδίσεις μόνος σου πρώτα. Δεν της είπαν πως αυτό έχει αποδειχθεί μέσα από μελέτες της επιστήμης της ψυχολογίας. Πως εδώ και πολλές γενιές, μόνο 1 στους 3 ανθρώπους δηλώνουν ευτυχισμένοι κι αυτό είναι εντελώς ανεξάρτητο από την οικογενειακή τους κατάσταση. Πως όσοι κάνουν παιδιά, δηλώνουν περισσότερο ευτυχισμένοι μόνο τους πρώτους μήνες και έπειτα επιστρέφουν στην αρχική τους δήλωση. Δεν της είπαν πως η γυναίκα αρχίζει να έχει προβλήματα με την τεκνοποίηση μετά τα 40-45 κι όχι μετά τα 25. Και πως δεν χρειάζεται να αγχώνεται τόσο πολύ. Πως θα μπορεί να παίζει με τα παιδιά της, είτε τα κάνει στα 20, είτε τα κάνει στα 40.
Της ενίσχυσαν την εγωιστική επιθυμία να αφήσει τα δικά της γονίδια στον πλανήτη ανεξαρτήτου κόστους. Της έμαθαν να θέλει να κάνει παιδιά «για να γίνει μητέρα» όχι για να ζήσουν εκείνα, «για να κάνει μωρό», όχι για να μεγαλώσει έναν άνθρωπο. Την έκαναν να ξεχάσει πως περισσότεροι από τους μισούς γάμους καταλήγουν σε διαζύγιο. Δεν την δίδαξαν από τα δικά τους λάθη, δεν της έμαθαν να εμβαθύνει μέσα σε μια σχέση, να προσεγγίζει την ψυχή του άλλου χωρίς να χάνει την δική της, μήπως και καταφέρει να ευτυχίσει με τον σύντροφό της. Της έμαθαν να βιάζεται να κατοχυρώσει τη σχέση της κοινωνικά, χωρίς να πολυψάχνει πόσο γερά είναι τα θεμέλιά της.
Και πάνω από όλα, της αφαίρεσαν το δικαίωμα να είναι ευτυχισμένη χωρίς όλα αυτά. Την καταδίκασαν σε ένα μονόδρομο. Κι εκείνη ποτέ δεν αμφισβήτησε τα όρια του κλουβιού της. Τους άφησε να της πλασάρουν κάποιο φτιαχτό χρονικό όριο ως γνώμονα της ζωής της. Δεν νοιάστηκε να μεγαλώσει η ίδια κι έτσι μικρή παρέμεινε και προσπάθησε να μεγαλώσει παιδιά. Δεν σκέφτηκε πως, κάτι τέτοιο δεν θα έπρεπε να γίνεται ψυχαναγκαστικά, υπό την πίεση της κοινωνίας, αλλά θα έπρεπε να είναι μια επιλογή που έρχεται αυθόρμητα όταν κανείς έχει φτάσει στο κατάλληλο επίπεδο πνευματικής ολοκλήρωσης.
Κι όλα αυτά γιατί δεν εξερεύνησε ποτέ τα θέλω της. Μόνο άφησε να της επιβάλλουν τα δικά τους. Το άφηνε να συμβαίνει κάθε μέρα, με κάθε παρότρυνση της μητέρας της, κάθε συμβουλή της γιαγιάς της, κάθε σχόλιο του θείου της, κάθε «δανεική προσευχή»…
«Στις δανεικές τις προσευχές
πονάς για άλλων τις πληγές
κι αν οι ανάσες οι παλιές
τώρα σου ακούγονται κραυγές
στις δικές σου προσευχές
ζήτα ό, τι θες…» (A.M.)
(Συγγραφέας: Ψυχολόγος, Στεφανία Καρκαμάνη)
Αφήστε μια απάντηση